
ΑλφΑ του ΑλφΑ
Τέσσερεις γνωστοί ξένοι

Δύο οι μεγαλύτερες επιθυμίες μου…
Δεύτερη μεγαλύτερη: να 'σαι εδώ.
Πρώτη: να 'σαι καλά, κι αν αυτό μοιραία δεν ισχύει για εδώ,
χαμογελαστά σ' αποχαιρετώ…
20 χρόνια κάποιος άλλος, ένα τίποτα, για το Τίποτα τα χάλασα.
Μα τ' όνομά μου στο γυάλινο παλάτι μου χάραξα και το ράγισα.
Στο επόμενο ψιθύρους απ' το παραεπόμενο άκουσα.
Είπαν να τρέξω, παραάργησα, κι αυτό το αφάνισα.
Μετά για το ένα παλάτι μετά το άλλο άρχισα.
Μυαλό από αλάτι, καρδιά θάλασσα,
καρδιά πυρκαγιά, μυαλό από στάχυ, στα 'χει
μαζεμένα η μοίρα, πρόσεχε μη σε πάρει αμπάριζα…
Κάθε φως του Άδη Αγγελιαφόρος, κάθε άνθρωπος αχθοφόρος,
ένα αόρατο σεντούκι μ' όλους τους πόνους του της ζωής ο φόρος.
Καθένας το κουβαλά κρυμμένο σε κοινή θέα, οι περισσότεροι το ξεχνούν όμως.
Μέσα στο σεντούκι το μαργαριτάρι, το μαργαριτάρι μαργαρίτα,
τη μάδησα, σε μια στιγμή τα πάντα βρήκα,
στα ψιθύρισα κι απ' τη ζωή σου βγήκα.
Ίσως τελικά καλύτερα ό,τι επιβάλλει η μοίρα,
ό,τι κι αν ήταν, μ' αυτό δουλεύω, αυτό πήρα…
Τι στο διάολο κάνουμε;
Το ερώτημα δεν ήταν ποτέ απλώς πώς να δίνουμε αγάπη.
Το ερώτημα ήταν πώς μπορούμε να δίνουμε αγάπη χωρίς να τη χάνουμε-
Μόνο που τη δίνουμε να νιώθουμε πως παίρνουμε τα πάντα…