
Δημήτρης Ράικος
Οι εραστές του απομεσήμερου

Διψασμένα κορμιά μες στο κατακαλόκαιρο
ποτίζουν με ιδρώτα τα σεντόνια,
γλιστρούν σε κάθε τους επαφή στη δίνη του έρωτα.
Τίποτα δε φοβίζει τους εραστές του απομεσήμερου.
Ο ήλιος του ομφαλού τους κάθετος.
Οι σκιές κρύβονται μέσα τους
και όλα μένουν γυμνά, υπερφωτισμένα και ξεκάθαρα,
σαν αρχαίες κολόνες σε αιγαιοπελαγίτικο νησί.
Πλουμιστά γλειφιτζούρια μες στο κατακαλόκαιρο
αναποδογυρίζουν μες στο στόμα,
αναποδογυρίζουν το σύμπαν των εραστών,
κολλάνε στα μαλλιά τους και εξαϋλώνονται όταν η λαχτάρα πάψει.
Η βίαιη και υπέρμετρη διάχυση ενέργειας εξαντλεί τους εραστές.
Ύστερα, όλα μοιάζουν να στέκουν εμπόδιο γι' αυτούς.
Το σπινθηροβόλο φως των ματιών τους
σύντομα διαδέχεται το ανίατο σκοτάδι.
Θεόσταλτες πυγολαμπίδες κεντούν φωτοστέφανα γύρω τους
και όλα φωτίζονται -σαν αρχαία σπήλαια κάτω από άγριους ογκόλιθους-
τόσο, όσο χρειάζεται
για να χάνεται η αίσθηση του χρόνου που κυλά
και να τιθασεύεται ο φόβος για τα επερχόμενα της λήξης του καλοκαιριού.