
Εβίτα Λεοντίτση
Νυχτολούλουδα

Τα κύματα στενάζουν τον βρυχηθμό της αλήθειας σε κάθε παφλασμό,
τα βράχια λαξεύονται κατά τις προσταγές του ονείρου,
νυχτοπεταλούδες στροβιλίζονται στον αιθέρα κι ενδίδουν
και στον αποψινό θερινό κοχλασμό
των αισθήσεων των απτών και των άφταστων
στην απανεμιά του απογευματινού μύρου
αυτού που γνέθεται με περισυλλογή στης ροδοδάφνης τα κλωνάρια,
μεταγγίζεται στο γιασεμί και η αιωνιότητα θυσιάζει το πρώτο της κερί,
σπέρνεται στην αμμουδιά, ρουφιέται απ' τις πεσμένες πευκοβελόνες
και τα κουκουνάρια,
πεθαίνει κι ανασταίνεται, αντιστέκεται με πείσμα
στη μελαγχολία τη φαρμακερή∙
αυτή και τούτη τη βραδιά ζευγαρώνει με την κρυφή υπόσχεση,
καυχιέται για την υπεροχή της,
δεν χαρίζεται μπροστά στα μελτέμια,
οι Περσείδες δεν υπερνικούν το παγερό της μελάνι,
το ηλιοστεφές άρμα του Ιουλίου δεν αρκεί για να λυθεί η πλάνη.
Γαλήνια στέκουμε προσδοκώντας την επόμενη Πανσέληνο,
μουρμουρώντας τους ψαλμούς του τζίτζικα,
παρακαλώντας για μια δροσερή μοναξιά
να καλύψει την κενότητα της χάρτινης αποψινής μας συντροφιάς.
Η ατμόσφαιρα μουχρώνει, φορά σβέλτα την εσάρπα της τη μενεξιά.
Στέρεψε πια το κουράγιο για λόγια περιττά –
ας αφηγηθεί τη συνέχεια η σιωπή μας
που σιγά-σιγά τρυγιέται από τα νυχτολούλουδα…
αυτές τις ταπεινές υπάρξεις που μετατρέπουν το τίποτα
σε άρωμα. Αθανασία. Ομορφιά.