στεφανία

τριακοστή πρώτη του ιούλη

αγαπημένο φιλμ,
τοπίο από το σινεμά βγαλμένο -
παρθένο, ούτε από τις αχτίδες του ήλιου εντοπισμένο.

απλώσαμε την πραμάτεια και τα όνειρά μας εκεί,
στου κολπίσκου την απόμερη βραχώδη σχισμή.

οι αισθήσεις μου όλες παρούσες
η αφή μου εξερευνά την αλμυρή σου επιδερμίδα
η ακοή μου συγκεντρωμένη στον παφλασμό των κυμάτων
κι η όρασή μου πλημμυρισμένη από την μορφή σου.

τα ασπρόρουχα πεταμένα στην αμμουδιά,
εσύ να μου δίνεις κεράσια
κι εγώ να σου φιλώ τις κλείδες

οι χτύποι της καρδιάς μου αντηχούν στα αυτιά μου·
δύο καλοκαίρια έχουν περάσει από τότε

γύρισα.
ίδια θάλασσα. ίδιο φως.
η σπηλιά ακόμη εκεί —
σκιά που ανασαίνει.

στάθηκα στο ίδιο σημείο.
ο ήλιος έπεφτε ξανά πάνω στις πέτρες
και για μια στιγμή
νόμισα πως σε είδα να γέρνεις πλάι μου,
να κλέβεις από το γαλανό του ουρανού
και να βάφεις το πρόσωπό μου με φως.

ακόμη κι αν φύγεις από κάθε σημείο του χάρτη μου,
θα μείνεις εκεί —
στο αλάτι που μένει στο δέρμα,
στον ψίθυρο της θάλασσας που χτυπά στα βράχια
κάθε φορά που γυρνά ο Ιούλης.

Στο νησί δεν σε θυμάμαι. Σε ξέρω.